Κυριακή 22 Απριλίου 2012

ΟΙ ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ ΤΟΥ ΣΚΡΟΥΤΕΗΠ - C.S. LEWIS


ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΙV
ΑΓΑΠΗΤΕ ΜΟΥ ΓΟΥΟΡΜΓΟΥΝΤ,

Οι ερασιτεχνικές σου προτάσεις στο τελευταίο γράμμα σου με ειδοποιούν ότι είναι επείγον να σου γράψω για το πονεμένο θέμα της προσευχής. Θα μπορούσες να είχες αποφύγει το σχόλιο ότι η συμβουλή μου για την προσευχή του για τη μητέρα του «αποδείχθηκε μοναδικά ατυχής». Αυτός δεν είναι τρόπος να εκφράζεται ένας ανιψιός για το θείο του, ούτε ένας απλός πειραστής δαίμονας στον βοηθό γραμματέα ενός ολόκληρου τμήματος της κόλασης. Επίσης αποκαλύπτει μια δυσάρεστη επιθυμία να μεταφέρεις τις ευθύνες σου σε άλλους: πρέπει να μάθεις να πληρώνεις για τις γκάφες σου.

Το καλύτερο, όπου αυτό είναι δυνατόν, είναι το να εμποδίζεις τον ασθενή από του να προσεύχεται ολοσχερώς.  Όταν ο ασθενής είναι ένας καινούριος που μόλις έχει προσχωρήσει στο στρατόπεδο του Εχθρού μας, ο καλύτερος τρόπος είναι να τον κάνεις να θυμάται – ή να νομίζει πως θυμάται –  το παπαγάλισμα που έκανε στις προσευχές της παιδικής του ηλικίας.(1) Σε αντίθεση προς αυτό, θα μπορέσεις να τον πείσεις να στραφεί σε κάτι που είναι ολοκληρωτικά αυθόρμητο, εσωτερικό, άτυπο και τελικά ακανόνιστο. Και ουσιαστικά, αυτό σημαίνει για ένα νεοφώτιστο, ότι θα προσπαθήσει να δημιουργήσει μια ακαθόριστη κατάσταση δήθεν αφιέρωσης στην οποία η αληθινή συγκέντρωση και εξάσκηση της θέλησης και της διάνοιας δε θα συμμετέχουν καθόλου.(2) Ένας από τους ποιητές τους, ο Κόλριτζ, έγραψε κάποτε ότι δεν προσευχόταν «με κινούμενα χείλη και λυγισμένα γόνατα», αλλά απλώς «έκανε το πνεύμα του να έχει μια στάση αγάπης» και να αποκτήσει «μια αίσθηση ικεσίας».(3) Αυτό ακριβώς είναι το είδος προσευχής που θέλουμε. Κι εφόσον φέρει μια εξωτερική και επιπόλαιη ομοιότητα με την προσευχή της σιωπής που εξασκείται από τους πολύ προχωρημένους στο στρατόπεδο του Εχθρού, οι εξυπνάκηδες και τεμπέληδες ασθενείς μπορούν να νομίζουν πως τη μιμούνται για πάρα πολύ καιρό.(4) Το ελάχιστο που μπορούμε να κάνουμε, είναι να τους πείσουμε ότι η σωματική στάση δεν έχει καμιά σημασία για την προσευχή τους. Γιατί ξεχνούν συνεχώς αυτό που εσύ πρέπει συνεχώς να θυμάσαι: ότι είναι ζώα και ό,τι κάνει το σώμα τους επηρεάζει και τις ψυχές τους.(5) Είναι αστείο το πώς οι θνητοί προσπαθούν συνεχώς να μας παρουσιάσουν σαν κάποιους που τους βάζουν ιδέες μέσα στο κεφάλι τους όταν στην πραγματικότητα αυτό που συνήθως κάνουμε είναι να τις κρατάμε έξω από αυτό.(6)

Αν αυτό αποτύχει, τότε πρέπει να υποχωρήσεις και να δοκιμάσεις μια πιο ύπουλη μέθοδο. Όποτε αυτοί κοιτούν στον Κύριό τους και Εχθρό μας, εμείς πάντα χάνουμε, αλλά υπάρχει πάντα τρόπος να τους εμποδίσουμε να το κάνουν. Ο απλούστερος είναι να αποτρέψουμε τη ματιά τους από Αυτόν και να τη στρέψουμε προς τους εαυτούς τους.(7) Κάνε τους να κοιτούν τον εαυτό τους και να προσπαθούν να δημιουργήσουν αισθήματα που να προέρχονται από τις ενέργειες της ίδιας τους της θέλησης. Αν, για παράδειγμα, σκέφτονται να Του ζητήσουν να έχουν αγάπη και έλεος, κάνε τους να στρέψουν την προσοχή τους σε αισθήματα αγάπης για τους εαυτούς τους, χωρίς όμως να το καταλάβουν.(8) Όταν προσεύχονται για θάρρος κάνε τους να προσπαθήσουν να νιώσουν γενναίοι. Όταν λένε πως προσεύχονται για συγχώρηση κάνε τους να προσπαθούν να αισθανθούν ότι έχουν συγχωρηθεί. Δίδαξέ τους να εκτιμούν την αποτελεσματικότητα μιας προσευχής από τα συναισθήματα που αυτή γεννάει μέσα τους.(9) Και ποτέ μην τους αφήσεις να υποπτευθούν πόση από αυτή την επιτυχία εξαρτάται από το αν είναι υγιείς ή άρρωστοι, κουρασμένοι ή ξεκούραστοι κλπ.

Βέβαια, ο Εχθρός μας εντωμεταξύ, δε θα μείνει άπραγος. Όπου υπάρχει προσευχή υπάρχει κίνδυνος της δικής Του άμεσης επέμβασης. Είναι εντελώς αδιάφορος για τη θέση Του ως καθαρό πνεύμα και είναι έτοιμος να εκχέει την επίγνωσή Του σ’ αυτά τα ζώα μόνο και που τους βλέπει στα γόνατα. Όμως κι αν ακόμη σε νικήσει στην προσπάθειά σου να παραπλανήσεις, εμείς έχουμε ένα ακόμη πιο ύπουλο όπλο. Οι άνθρωποι βλέπεις δεν έχουν από την αρχή μια ξεκάθαρη άποψη γι’ Αυτόν όπως εμείς δυστυχώς έχουμε. Δεν έχουν ποτέ τους γνωρίσει αυτή την τρομακτική για μας φωτεινότητα, αυτή τη διατρητική ματιά που τεμαχίζει και που είναι ο συνεχής πόνος μας. Αν ψάξεις μέσα στο μυαλό του ασθενή σου θα δεις ότι δεν υπάρχει αυτή η αντίληψη. Αν εξετάσεις το αντικείμενο των απόψεών του θα δεις ότι αποτελείται από πολλά γελοία συστατικά. Θα βρεις εικόνες που έχουν να κάνουν μόνο με την ενανθρώπηση και την επίγεια ζωή του Εχθρού μας αλλά τίποτε το υπερφυσικό.(10) και ακόμη μπορεί να βρεις ακόμη πιο πρωτόγονες ή παιδαριώδεις εικόνες συσχετισμένες με τα άλλα δύο πρόσωπα της Τριάδας. Μάλιστα κάποιες απ’ αυτές θα είναι δικές του εικόνες φτιαγμένες από την καθημερινή του εμπειρία έτσι ώστε να τους αποδίδει σεβασμό και να τις συνδέει με το θείο. Έχω γνωρίσει περιπτώσεις όπου αυτό που ο ασθενής στην ουσία ονομάζει «Θεό του», βρίσκεται στην επάνω αριστερή γωνία του δωματίου του σε κάποιο εικόνισμα, ή σταυρό που κρέμεται από τον τοίχο ή και σε κάποια αυθαίρετη εικόνα που υπάρχει μέσα στο κεφάλι του.(11) Αλλά όποιο κι αν είναι το αντικείμενο της προσοχής του, εσύ πρέπει να τον ωθήσεις να προσεύχεται σ’ αυτό κι όχι σ’ Αυτόν που τον δημιούργησε. Μπορείς μάλιστα να τον οδηγείς να βελτιώνει αυτή την εικόνα που έχει στο μυαλό του και να την κρατάει συνεχώς μέσα στη φαντασία του καθ’ όλη τη διάρκεια της προσευχής. Γιατί αν κάποια στιγμή κάνει το διαχωρισμό, αν ποτέ κατευθύνει τις προσευχές του όχι σ’ αυτό που νομίζει αυτός πως είναι ο Θεός, αλλά σ’ αυτό που πραγματικά είναι ο Θεός, τότε την έχουμε άσχημα. Απ’ τη στιγμή που οι σκέψεις, οι ιδέες του κι οι απόψεις του πάνε στην άκρη, ή, αν διατηρηθούν, γίνει κατανοητό σ’ αυτόν ότι είναι απλά υποκειμενικής φύσης και αρχίσει να εμπιστεύεται την ολοκληρωτικά πραγματική, αόρατη, θεία Παρουσία που είναι εκεί μαζί του και μέχρι τώρα δεν την είχε γνωρίσει, τότε τα πράγματα θα είναι πολύ άσχημα για μας και μπορεί να συμβεί το αναπόφευκτο. Προκειμένου λοιπόν να αποφύγουμε αυτή την κατάσταση – αυτό το ξεγύμνωμα της ψυχής στην προσευχή – θα σε βοηθήσει να γνωρίζεις το γεγονός ότι οι άνθρωποι δεν το επιθυμούν κάτι τέτοιο τόσο πολύ όσο νομίζουν. Γιατί τυχαίνει να πρέπει να αντιμετωπίσουν πολύ περισσότερα από όσα περίμεναν.(12)

Ο στοργικός σου θείος,
ΣΚΡΟΥΤΕΗΠ.

(1). Ένας μεγάλος κίνδυνος είναι καθώς έχουμε κακή εμπειρία από τις «παπαγαλία» προσευχές του παρελθόντος μας να νομίζουμε ότι δεν πρέπει να μιλάμε δυνατά στην προσευχή για να μην υποπέσουμε στο ίδιο σφάλμα. Όμως, στην πραγματικότητα, ο σκοπός της «φωναχτής» προσευχής είναι να κάνει το μυαλό μας να συμμετέχει μέσω της ακοής. Και μαζί κάνει την σάρκα να υποτάσσεται και να υπακούει στο λόγο του Θεού. Επιπλέον χρειάζεται πειθαρχία για να προσευχηθεί κανείς με το στόμα του και αυτό είναι ένα από τα μεγαλύτερα πνευματικά οφέλη για τον πιστό – μεγαλύτερο ίσως κι από την ίδια την απάντηση που περιμένει στην προσευχή του. Αντίθετα η προσευχή «από μέσα μας» είναι πολύ πιο εύκολο να καταλήξει σιγά-σιγά σε μια συναισθηματική κατάσταση ψευδούς ευσέβειας που δε θα έχει κανένα πραγματικό πνευματικό καρπό στη ζωή μας.

(2). Ο κίνδυνος να στραφούμε σ’ έναν ανούσιο εσωτερισμό που μας κάνει να νομίζουμε ότι είμαστε πνευματικά ανώτεροι και πιο προχωρημένοι από τους άλλους που επαναλαμβάνουν προσευχές «παπαγαλιστί», είναι μεγάλος. Βασικά προέρχεται από την υπερηφάνεια που έχουμε όλοι μας και την επιθυμία να ξεχωρίζουμε από τους άλλους ως πνευματικότεροι. Εκεί βρίσκει πρόσφορο έδαφος ο πονηρός και μας παραπλανά σε πρακτικές που θα κάνουν την όποια προσευχή μας ακίνδυνη γι’ αυτόν και άκαρπη για μας.

(3). Η στάση αυτή λοιπόν μας οδηγεί σε κάτι το ακαθόριστο, σε μια μορφή ευσέβειας χωρίς δύναμη πραγματική και βέβαια είναι ό,τι καλύτερο για τον εχθρό.

(4). Υπάρχει η προσευχή του ησυχασμού, αλλά αυτή εξασκείται μόνον από αυτούς που έχουν περάσει επιτυχώς από τα άλλα στάδια προσευχής και έχουν «γυμνασμένα τα αισθητήρια στο να ξεχωρίζουν το καλό από το κακό». Το να προσπαθεί ένας νεοφώτιστος να την μιμηθεί είναι σαν κάποιος να θέλει να πάει στο πανεπιστήμιο όταν δεν έχει τελειώσει το δημοτικό. Και ένας από τους μεγαλύτερους κινδύνους είναι η πλάνη να νομίζουμε πως είμαστε ικανοί για πράγματα που δε γνωρίζουμε και δεν μπορούμε καν να φτάσουμε. Αυτό θα το χρησιμοποιήσει ο εχθρός εναντίον μας σε κάθε περίπτωση.

(5). «είναι ζώα»... Η έκφραση εδώ υποδηλώνει μια μεγάλη αλήθεια που τείνουμε να αγνοούμε προς μεγάλη μας βλάβη. Επειδή έχουμε σάρκα, είμαστε σε συνεχή πόλεμο με αυτήν προσπαθώντας να την καθυποτάξουμε στο πνεύμα κι ο αγώνας αυτός κάθε άλλο παρά εύκολος είναι. Κι ούτε ποτέ σταματάει μέχρι να πεθάνουμε και να απαλλαγούμε από το θνητό αυτό σαρκίο. «Δαμάζω το σώμα μου και το δουλαγωγώ...» έλεγε ο απόστολος Παύλος. Έτσι λοιπόν όταν κάποιοι διδάσκουν ότι δεν έχει σημασία η στάση που έχουμε στην προσευχή λένε και σωστά και λάθος. Σωστά μεν γιατί η στάση αυτή καθαυτή δεν έχει σημασία. Και λάθος γιατί ειδικά ένας νεοφώτιστος που δεν έχει μάθει να υποτάσσει το σώμα του, πού αλλού θα το μάθει αν όχι στην προσευχή. Ας σκεφτούμε το εξής απλό: αν ο Θεός ορατός ήταν εκεί μπροστά μας την ώρα που προσευχόμαστε, πώς θα συμπεριφερόμαστε; Δε θα γονατίζαμε και θα προσκυνούσαμε μπροστά στο Βασιλιά του Σύμπαντος; Δε θα δείχναμε τον προσήκοντα σεβασμό (αν όχι και φόβο); Άρα λοιπόν η προσκύνηση και το γονάτισμα κατά την ώρα της προσευχής έχει μεγάλη σημασία εφόσον γίνεται συνειδητά και είναι άχρηστα όταν γίνονται σαν τελετουργικό. Αυτό άλλωστε ισχύει σε όλες τις εκφάνσεις της χριστιανικής ζωής.

(6). Μια μεγάλη αλήθεια. Ο εχθρός δεν θέλει να χρησιμοποιείς τη λογική σου. Γιατί αν σκέφτεσαι το πιθανότερο είναι να κάνεις το σωστό σε κάθε περίπτωση. Γιατί το σωστό στις περισσότερες περιπτώσεις το γνωρίζουμε επειδή ο Θεός το έχει ξεκαθαρίσει μέσα στο λόγο Του, αλλά και επειδή έχει εγγράψει το νόμο Του στην καρδιά κάθε ανθρώπου. Γι’ αυτό ο πονηρός θέλει να κάνεις ό,τι αισθάνεσαι, επειδή από τα συναισθήματα μπορεί να σε παρασύρει όπου θέλει. Πόσοι χριστιανοί αλήθεια δεν λένε «δε μπορώ να το κάνω γιατί δεν το αισθάνομαι» λες και αυτό να είναι αρκετή δικαιολογία για να αποφύγουν την ν ευθύνη να κάνουν αυτό που ξέρουν πως είναι σωστό.

(7). Μια ακόμη έξυπνη μέθοδος του πονηρού για να καταστήσει την προσευχή μας αναποτελεσματική και ατελέσφορη. μας κάνει επίκεντρο της προσευχής μας αντί για το Θεό. Από την αρχή, στον κήπο της Εδέμ, ο όφις έστρεψε τον άνθρωπο στον εαυτό του, στις επιθυμίες του, στις ανάγκες της σάρκας του και έτσι τον απομάκρυνε από το λόγο και το θέλημα του Θεού.

(8). Όταν λοιπόν σε στρέφει προς τον εαυτό σου, αυτόματα γίνεσαι εσύ Θεός του εαυτού σου και ασυνείδητα προσπαθείς να καλύψεις εσύ τις ανάγκες για τις οποίες προσεύχεσαι αντί να περιμένεις ο Θεός να τις καλύψει. Και φυσικά θα αποτύχεις «γιατί δεν είναι δια δυνάμεως, ουδέ δια ισχύος, αλλά δια του Πνεύματος μου λέγει Κύριος των Δυνάμεων».

(9). Κι ερχόμαστε πάλι στα συναισθήματα που είναι η φωνή της σάρκας. Νομίζουμε πως αν προσευχηθούμε αρκετά και «φτιαχτούμε» συναισθηματικά και νιώσουμε καλά, πιστεύουμε ότι εισακουστήκαμε και ότι έγινε αυτό για το οποίο προσευχόμαστε. Όμως δεν είναι έτσι. Η αληθινή πίστη δεν στηρίζεται στα συναισθήματα, αλλά σε μια ξεκάθαρη και βαθιά γνώστη και αποκάλυψη του θελήματος του Θεού για την περίπτωσή μας όπως επίσης και τη βεβαιότητα ότι ο Θεός απαντάει πάντα τις προσευχές που είναι σύμφωνες με το θέλημά Του άσχετα με το πώς νιώθουμε. Η πεποίθησή μας είναι στην πιστότητα του Θεού να τηρεί τις υποσχέσεις Του κι όχι στις δικές μας ικανότητες και συναισθήματα.

(10). Ένα άλλο μεγάλο πρόβλημα που ο εχθρός το χρησιμοποιεί εναντίον μας. Έχουμε – συνήθως – λάθος εικόνα για το Θεό. Προσευχόμαστε σε ένα κατασκεύασμα της φαντασίας μας που λίγο απέχει από το είδωλο. Γι’ αυτό φταίνε οι παραδόσεις με τις οποίες είμαστε μεγαλωμένοι και χρειάζεται να προσπαθήσουμε για να τις ξεριζώσουμε από το μυαλό μας γιατί αλλιώς πάντα θα εμποδίζουν τη ζωή της προσευχής μας και θα την καθιστούν άκαρπη. Η μόνη «εικόνα» που μπορούμε να έχουμε για το Θεό είναι αυτή που η Βίβλος μας δίνει. Και μπορούμε να τη δούμε πολύ ξεκάθαρη στην Αποκάλυψη όπου ο Θεός εμφανίζεται στον Ιωάννη όπως πραγματικά είναι σε όλη Του την επουράνια δόξα, ως Βασιλεύς βασιλέων και Κύριος Κυρίων. Άραγε σε ποιον πραγματικά προσευχόμαστε;

(11). Όπως είπαμε και παραπάνω, το να δημιουργήσει είδωλα τα οποία νομίζει ότι απεικονίζουν το Θεό – ακόμη και στη φαντασία του – και το να προσεύχεται σ’ αυτά, είναι κάτι που ακόμη κι ο πιο καλοπροαίρετος χριστιανός μπορεί να κάνει χωρίς καν να το πάρει είδηση. Όταν οι Ισραηλίτες έφτιαξαν το χρυσό μοσχάρι στην έρημο και το προσκύνησαν, δεν το έκαναν γιατί είχαν απορρίψει το Θεό που τους ελευθέρωσε, αλλά γιατί αυτή ήταν η εικόνα του Θεού που είχαν μέσα τους έπειτα από 400 χρόνια σκλαβιάς σε ένα ειδωλολατρικό περιβάλλον. Ο μεγαλύτερος αγώνας που έχει να κάνει ο Θεός, είναι το να βγάλει από μέσα μας τις λάθος εικόνες, ιδέες και απόψεις που έχουμε γι’ Αυτόν, προκειμένου να μας κάνει ικανούς να Τον εννοήσουμε και να Τον υπακούσουμε.

(12). Μία άλλη μεγάλη παρανόηση που υπάρχει, είναι το ότι νομίζουμε πως θέλουμε πραγματικά να ακούσουμε το Θεό να μας μιλάει επειδή νομίζουμε ότι θα μας πει αυτά που θέλουμε ν’ ακούσουμε και θα μας δώσει λύση στα προβλήματά μας. ας θυμηθούμε όμως τον Αβραάμ. Ο Θεός του μίλησε και του είπε: «Άφησε τον τόπο σου και πήγαινε όπου εγώ σου πω». Πόσοι από μας θα το έκαναν; Μετά ο Θεός του είπε: «Να κάνεις περιτομή εσύ κι όλος ο οίκος σου». Πόσοι από μας θα έκαναν κάτι τόσο επώδυνο και μάλιστα σε όλους τους οικιακούς τους (οι οποίοι θα τους έπαιρναν για τρελούς). Μετά ο Θεός του είπε: «Διώξε τη δούλη και το παιδί της (μιλώντας για την Άγαρ)». Πόσοι από μας θα έδιωχναν το ίδιο τους το παιδί μαζί με τη μητέρα του (με την οποία σίγουρα είχε συνδεθεί ο Αβραάμ) μέσα στην έρημο όπου θα αντιμετώπιζε το βέβαιο θάνατο; Μετά ο Θεός του είπε: «Πήγαινε να θυσιάσεις το μονάκριβο γιο σου εκεί όπου εγώ θα σου πω». Εδώ, οι περισσότεροι από μας (αν όχι όλοι) θα λέγαμε: «Μπα δεν είναι ο Θεός αυτός – αποκλείεται να είπε ο Θεός τέτοιο πράγμα. Αυτός ο Αβραάμ λοιπόν, γι’ αυτό έγινε πατέρας και υπόδειγμα της πίστης μας. Άραγε θέλουμε ακόμη να ακούσουμε το Θεό; Πρέπει να είμαστε πολύ σοβαροί με τέτοια θέματα γιατί ο Θεός αν και όταν μας μιλήσει δε θα έλθει για «κουτσομπολιό». Και επειδή δε θα είμαστε έτοιμοι, αυτό θα το εκμεταλλευτεί ο διάβολος εναντίον μας.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου